Γεωργιάδης ο Κρης Ανδρέας


Βιογραφικο

Χανιά 1892 – Αθήνα 1981

Γεννήθηκε στα Χανιά το 1892. Το 1907 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα και το 1912 κατατάχθηκε στην Τρίτη τάξη της Σχολής Καλών Τεχνών, με δάσκλαο το Δ. Γερανιώτη. Μετά την εθελοντική συμμετοχή του στους Βαλκανικούς πολέμους και την απώλεια της όρασης του από το ένα μάτι σε τραυματισμό στη μάχη του Δρίσκου, συνέχισε τις σπουδές του το 1916 τις οποίες ολοκλήρωσε το 1923. Σ’αυτή τη δεύτερη περίοδο των σπουδών του, δάσκαλοί του ήταν ο Γ. Ιακωβίδης, ο Σ. Βικάτος και ο Γ. Ροϊλός. Μετά το τέλος των σπουδών του, εφοδιασμένος με το ‘Α βραβείο του Αβερώφειου διαγωνισμού του Πολυτεχνείου, συνέχισε τις σπουδές του με υποτροφία στο Παρίσι, στις Ακαδημίες Julian Colarossi και Grande Chaumiere. Το ενδιαφέρον του επικεντρώνεται στο 16ο και 17ο αιώνα. Ανακαλύπτει τους Ιταλούς Μανιεριστές, τους Βενετσιάνους και σταματά με απεριόριστο θαυμασμό μπροστά στο έργο του Θεοτοκόπουλου. Ο Tiziano, o Rubens καθώς και ο Rembrandt νιώθει να ανταποκρίνονται απόλυτα στα αισθητικά του ιδεώδη. Η ανάγκη που νιώθει να κατανοήσει σε βάθος τα μεγάλα πρότυπα, τον οδηγεί στη συστηματική τους σπουδή μέσω της αντιγραφής. Το προσωπικό του στυλ, διαμορφώνεται με βάση τα πρότυπα που τον εμπνέουν, αλλά και με τις προϋποθέσεις μιας δυναμικής, προσωπικής αντιμετώπισης του ανθρωποκεντρικού φάσματος. Στα 1931 ολοκληρώνει τις μεταπτυχιακές του σπουδές στην Ευρώπη, αφού φοίτησε για ένα χρόνο (1930-31) στη Regia Scuola per Industria d’Arte της Μπολόνια, όπου ειδικεύτηκε στην τεχνική της νωπογραφίας. Επιστρέφωντας στην Ελλάδα, συνεχίζει την επίδοσή του στο πορτρέτο, ενώ επεκτείνεται και σε θρησκευτικά, ηρωικά-ιδεαλιστικά θέματα. Το 1947 εκλέχθηκε καθηγητής στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών όπου δίδαξε ως το 1961.
Andreas Georgiadis the Cretan, was born in Chania in 1892. In 1907 he permanently settled in Athens and in 1912 he joined the Third Class of Athens School of Fine Arts, with D. Geraniotis. He lost his sight from one eye due to an injury in the Battle of Driskos, after he participated voluntarily in the Balkan War. He continued his studies in 1916, and he completed them in 1923. In this second circle of his studies, his teachers were G. Iakovidis, S. Vikatos, and G. Roilos. After he completed his studies and equipped with the A’ Award of Averof Competition of the Technical University, he continued studying with a scholarship in Paris, in the Academy Julian Colarossi and Grande Chaumiere. His interest focuses on the 16th and 17th century. He discovers the Italian Mannerists, the Venetians and with grand admiration stops upon the work of Theotokopoulos (El Greco). He feels that Tiziano, Rubens as well as Rembrandt are corresponding perfectly to his aesthetic ideas. He feels an urge to understand the grand Masters, and this leads him to a systematic study through copying. His personal style is formed based on the models than inspire him but also with the conditions of a strong personal confrontation of the human-centered spectrum. In 1931 he completes his post-graduate studies in Europe, after studying for one year (1930-1931) in Regia Scuola per Industria d’Arte of Bologna, where he specialized in the fresco technique. Returning to Greece he continues producing portraits, while his endeavors expand into religious and heroic – idealistic themes. In 1947 he was elected as a Professor in Athens School of Fine Arts, where he lectured until 1961.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:

  • Λεξικό Ελλήνων Καλλιτεχνών 16ος – 20ος Αιώνας, εκδόσεις «ΜΕΛΙΣΣΑ»